Τρίτη 14 Ιουνίου 2022

ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΑ - Ε' ΜΕΡΟΣ

Κείμενο Χρήστος Α. Κουτσούγερας, σύνταξη και επεξεργασία Νίκος Αϊβαλής και Ελπίδα Ζωγραφίδου, αρχείο Αρκαδικού Βήματος - Εν Άστρον

Για να καταλάβει κανείς ή καλύτερα να κατανοήσει σε τι κατάσταση ήσαν τότε οι δρόμοι και τι τράβαγαν αυτοί που τους περπατούσαν, είτε πεζοί είτε με ζώα ή αυτοκίνητα, ας πάει μια βόλτα μέχρι τον Άγιο Νικόλα, τον Κακο-Νικόλα του Μπεζενίκου όπως τον λέγαμε τότε. Από εκεί μέχρι του Μπαριοφύλη κάπου 500 μέτρα απόσταση, δίπλα από το ρέμα θα μπορέσει να διακρίνει καθαρά τον παλιό δρόμο. Βέβαια τώρα έχει πήξει στο πουρνάρι αλλά με λίγη προσοχή θα τον αναγνωρίσει από τις μάντρες. Αξίζει τον κόπο, γιατί αυτό είνια το μοναδικό βατό πέρασμα από τη Μαντινεία προς τη Γορτυνία και στη συνέχεια στο νομό της Αχαΐας. Αγιο-Νικόλας λοιπόν με διακριτικό το Μεγάλο Δέντρο (δρυ), το μεγαλύτερο δέντρο στην περιοχή μέχρι το ρέμα στου Μπαριοφύλη 300 περίπου μέτρα από τη διακλάδωση. Από το δρόμο αυτό πέρασε ο Παυσανίας, από εκεί πέρασαν και του Μπραΐμη οι ορδές όταν βάδιζε προς τα Καλάβρυτα. Είναι από τα λίγα σημεία του δρόμου από τη Μαντινεία στην Γορτυνία που σώζεται ανέπαφος μέχρι σήμερα γιατί δεν πέρασε από πάνω του το υνί του αλετριού για να τον κάνει χωράφι, όπως στη Μακρεμαλλιά και στο Δέντρο.

Συνεχίζοντας με τα επαγγέλματα εκείνων των εποχών ας αναφέρουμε και τους πρώτους συστηματικούς σοφατζήδες, τον Γιώργη τον Καρούντζο Τσιουρούφα και τον μαστρο-Γιώργη τον Κολλιντζογιαννάκη που από τα πηλοφόρια τους και τα μουστριά τους περάσανε αμέτρητες αμαξιές λάσπης, άμμου, ασβέστη, τσιμέντου και μάρμαρου και από τα λαρύγγια τους, μπότσες το κρασί. Αυτά με τους τεχνίτες που όπως είπα και στην αρχή δεν ζούσαν μόνο από την τέχνη, αλλά το πιο πολύ από τα χωράφια που είχαν ένα λίγο μεν, αλλά σταθερό εισόδημα. Μόνο ο τσιοπάνης ήταν υποχρεωμένος μέρα νύχτα να βρήσκεται κοντά στα πράματα του, γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Εκτός που έπρεπε να τα προστατεύεις, να τα φυλάς από τους λύκους ή να οδηγείς το κάθε κοπάδι μακριά από αγροζημίες ή αμποδιμένο τόπο, έπρεπε να παρακολουθείς το κάθε σφαχτό, αν είναι καλά, αν τρώει, αν είναι ανήμπορο και δεν μπορεί να ακολουθήσει το κοπάδι, γιατί είναι πράμα ζωντανό που από τη μια στιγμή ως την άλλη δεν ξέρεις τι μπορεί να του συμβεί, από διάφορες αρρώστιες ή ατυχήματα. Ο τσιοπάνης έχει τέτοια επαφή με το κοπάδι του και τέτοια παρατηρητικότητα, που και πεντακόσια γίδια ή πρόβατα να έχει μπροστά του θα καταλάβει αν του λείπει κάποιο, θα το αναζητήσει γιατί με το κάθε ζώο έχει κάποιο δεσμό, που κάθε ημέρα αναπτύσσεται περισσότερο. Ακόμα ο τσιοπάνης εκείνα τα χρόνια στεκόταν νύχτα και ημέρα κοντά στο κοπάδι του γιατί η κλεψιά ήτανε φαινόμενο καθημερινό. Την εποχή μετά την απελευθέρωση το 1830 και μετά, κατσικοκλέφτες μπορούσαν να σου πάρουν δέκα - είκοσι σφαχτά και την άλλη ημέρα να τα έχουν πουλήσει στην Κόρινθο καθώς ούτε αστυνόμευση συστηματική υπήρχε ούτε τηλέφωνα ούτε άλλα συγκοινωνιακά μέσα για να διευκολύνουν τις έρευνες για τη σύλληψη τους. Οι ληστές βέβαια που έδρασαν στα μέρη μας όπως ο Λίγγος και ο Καβουρίνος από το χωριό μας στα μέσα του προσπερασμένου αιώνα, δεν ήσανε ζωοκλέφτες, αυτοί είχανε στο μάτι γερές μπάζες από χρήματα και χρυσαφικά που έπαιρναν.

τσιοπάνης εποχής

Εκτός από τις εξόδους που έκαναν οι νέοι μπουλούκια μπουλούκια για αναζήτηση εργασίας προς τις έφορες παραθαλάσσιες περιοχές των γειτονικών νομών Κορινθίας, Ηλείας και Αχαΐας για το σκάψιμο της σταφίδας ή για άλλες αγροτικές εργασίες κατά τους μήνες Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο παρουσιάστηκε κατά καιρούς εργασία με τη διάνοιξη του δρόμου από Βλαχέρνα προς Βυτίνα μέσω Μοσχολάγγαδου - Κλεισούρας προς την πλευρά της Καμενίτσας. Οι εργασίες γι' αυτό το δρόμο κράτησαν οχτώ περίπου χρόνια, από το 1927 και μετά. Εκεί εργάστηκαν αρκετοί νέοι και νέες κοπέλες σπάζοντας τις πέτρες με σφυριά σιδερένια και τα έστρωναν πάνω στο δρόμο σε φάρδος πέντε περίπου μέτρων, που μετά πατιόταν από κύλινδρο.

Βλαχέρνα

Μέχρι το 1923 πολύς κόσμος άντρες και γυναίκες δούλευαν στις καλλιέργειες και στην επεξεργασία χασισιού που γινόνταν στις αναπτυγμένες βιοτεχνίες στο Λεβίδι. Πολλά από τα χωράφια του Μπεζενίκου και του μεγάλου Ορχομένιου πεδίου που εκτείνεται κάτω από το Λεβίδι ήσαν χασισοκαλλιέργειες με μεγάλη απόδοση. Η απαγόρευση της καλλιέργειας αυτής έγινε όταν ήταν πρωθυπουργός της χώρας ο μεγάλος πολιτικός άνδρας της εποχής ο συμπατριώτης μας Αρκάς από το Λεβίδι Αλέξανδρος Παπαναστασίου το 1924, που ανακήρυξε τη Δημοκρατία αφού πρώτα κατάργησε τη δυναστεία των Γκλύξμπουργκ. Ο πολιτικός που συνέβαλε πολύ στην αποκατάσταση ακτημόνων αγροτών καταργώντας τα τσιφλίκια σε πολλές περιοχές της χώρας και που όλος ο βίος του ήταν ένας συνεχής αγώνας για την εξάλειψη της φτώχειας. Τα οράματα και τα ιδανικά που είχε είναι αποτυπωμένα σε λόγους και κείμενα που συγκλονίζουν, όπως: "Αυτό που καθόρισε τη στάση μου και τις θέσεις μου στην πολιτική...", έλεγε, "...και σε όλη τη σταδιοδρομία, ήταν η ζωή των συμπατριωτών μου αγροτών. Καθώς από μικρός τους έβλεπα να γυρίζουν αργά το βράδυ από τον κάμπο κατάκοποι και καταϊδρωμένοι αυτοί και τα ζώα τους. Όλη την ημέρα όργωναν ή έσκαβαν κι έσπερναν χωρίς να είναι σίγουροι ότι θα θερίσουν, άλλοτε επειδή τα χωράφια πνίγονταν από τα νερά της λίμνης κι άλλοτε από άλλες θεομηνίες, ξηρασίες και αντίξοες καιρικές συνθήκες που κατέστρεφαν τα σπαρτά τους. Αυτό τους Κατέβαλε. Στο βλέμμα τους και γενικά στα πρόσωπα τους ήταν ζωγραφισμένη η ανασφάλεια και οι βασανιστικές σκέψεις στα οικονομικά αδιέξοδα που τους οδηγούσαν στα χρέη και τις τοκογλυφίες των εκμεταλλευτών, για την αντιμετώπιση ζωτικών αναγκών που είχαν οι πολυμελείς οικογένειες τους, εφτά, οχτώ, αλλά και δέκα ή και περισσότερα παιδιά ο καθένας."

Αλέξανδρος Παπαναστασίου
(8/7/1876 - 17/11/1936)

Πολλοί από εμάς αλλά και από τα γύρω χωριά όταν είμαστε νέοι και τύχαινε να βρiσκόμαστε μακρiά από την Αρκαδία και μας ρωτούσαν: "από που είσαι;", απαντούσαμε με περηφάνια, από το Λεβίδι! Ότι δεν είμαστε τυχαίοι, ότι είμαστε από την πατρίδα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου.

Λεβίδι Αρκαδίας


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.